Από τον Αλέξανδρο Στεφανόπουλο
ΑΚΟΥΣΤΕ ΕΝΑ ΣΠΑΝΙΟ (ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΟ) ΗΧΗΤΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ!
Δείτε την τελευταία ιστορικού χαρακτήρα (με αποκαλύψεις) αποκλειστική συνέντευξη του
Γνώρισα τον Δημήτρη Δημητρίου στα τέλη της 10ετιας του 1990 όταν βρισκόμουν στην ΝΥ για τις ανάγκες συνεργασίας με την εφημερίδα ΠΡΩΙΝΗ αλλά και ως εκπρόσωπος των εκδόσεων Άρης Τερζόπουλος το 1998. Ήταν μια τυπική πρώτη γνωριμία μετά από μια ομιλία του σε κάποια εκδήλωση για τα εθνικά ζητήματα και συγκεκριμένα το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Δεν θυμάμαι ποιος ακριβώς με είχε πάει στην εκδήλωση. Χαιρετηθήκαμε. Είπε στην ομήγυρη, μετά τις καθιερωμένες συστάσεις που μας έκανε ένας συνάδελφος, ένα ανέκδοτο όπως εκ των υστέρων είδα ότι συνήθιζε. Χαμογέλασε ο ίδιος και όλοι μας όπως κάθε φορά που έλεγε το ανέκδοτο της στιγμής. Μου είχε κάνει εντύπωση. Για τον αυθορμητισμό στον λόγο του. Την ειλικρίνεια του. Την αμεσότητα. Την απλότητα του. Την ευθύτητα του λόγου του. Την συγκινησιακή φόρτιση του. Τον είχα δει για πρώτη φορά να δακρύζει. Τότε στις εκδόσεις Άρη Τερζόπουλου (ΚΛΙΚ ΜΕΝ ΚΥΝΑΙΚΑ ΘΕΟΣ & ΘΡΗΣΚΕΙΑ NPQΚΤΛ) παράλληλα μεταξύ άλλων εκδίδαμε στην Ελλάδα ένα περιοδικό πολιτικής ανάλυσης το PRESS. Του ζήτησα μια συνέντευξη και ευγενικά μου αρνήθηκε. «αφήστε να τα πει κανένας άλλος πιο ειδικός. Σας ευχαριστώ» ήταν η απάντηση. Εκ τότε τον ξανά συνάντησα λίγα χρόνια αργότερα στα πλαίσια της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων Νέας Υόρκης από το 2001 και μετά. Μέχρι και το 2005 οι σχέσεις μας παρόλο που με έβλεπε συνέχεια στις συνεδριάσεις της Ομοσπονδίας ήταν τυπικές έως και απόμακρες. Ένα καλησπέρα ήταν αρκετό. Θα έλεγα με απέφευγε. Πολύ αργότερα όταν δεθήκαμε από το 2007 και μετά μου εξήγησε την στάση του αυτή την απόμακρη… που οφείλονταν και ποια η αιτία…
Πάντα χαμογελαστός και με το καθιερωμένο ανέκδοτο να διηγείται με στόμφο ύφος και style όπου και αν βρίσκονταν. Από τα τέλη του 2005 οι σχέσεις μας έγιναν πιο κοντινές εξ αιτίας ενός θλιβερού επεισοδίου. Ήταν Οκτώβριος στην Ομοσπονδία εργάζονταν η συνάδελφος Δέσποινα Συριοπούλου είχε προσληφθεί λίγο καιρό νωρίτερα. Εκείνο το πρωί με πήρε κλαίγοντας η συνάδελφος και συμβία σύντροφος της ζωής και καλή μου φίλη Δέσποινα Συριοπούλου. Δεν είχα καταλάβει καλά τι έλεγε. Σηκώθηκα πήγα στην ομοσπονδία και άκουσα τον Γαλάτουλα να της μιλάει με τον χειρότερο απρεπή και αγενή τρόπο. Δεν κρατήθηκα όρμησα και άρπαξα τον Γαλάτουλα τον έβγαλε από τα χέρια μου ο Jκαι ο Νίκος Διαμαντίδης. Μετά μας πήρε και τους δυο και πήγαμε για καφέ και πρωινό. Να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Η Δέσποινα ήθελε να φύγει από το γραφείο. Ο Jπροσπαθούσε να μην δοθεί έκταση στο περιστατικό «δεν είναι κακό παιδί λίγο απότομος… μην τον παρεξηγείτε… δεν ξέρει… μεγάλωσε δύσκολα και αυτός… αύριο θα έχουν φτιάξει όλα…» μας έλεγε για να κλείσει το επεισόδιο με τον Γαλάτουλα. Εκ τότε έρχονταν έπαιρνε την Δέσποινα από το σπίτι και την πήγαινε στο Γραφείο όταν δεν έρχονταν ο Απόστολος Σκοτίδας. Πάντα με το χαμόγελο. Με το κέρασμα του. Με το κρουασάν στο χέρι. Μια περίοδο κάναμε από κοινού μια έρευνα για κάτι αρχεία στην βιβλιοθήκη της Φιλαδέλφειας σχετικά με κάποια σημαντικά ανέκδοτα αρχεία που στην συνέχεια πέρασαν στην κατοχή μου χάρη στον J. J. Μια άλλη φορά μας πήρε και μας πήγε στο ίδρυμα Παιδεία στην Πενσυλβάνια νομίζω ήταν για να καταγράψω την όντως πολύ καλή δουλειά που γίνεται εκεί και να γνωρίσω τον κ. Τουμάζο. Παραμονές Χριστουγέννων του 2006 είχαμε μια συνάντηση στην κεντρική αίθουσα της Ομοσπονδίας. Ήθελε να μου μιλήσει για τα επεισόδια που τότε συντάρασσαν την ομοσπονδία μετά τις εκλογές του 2006 και τα δικαστήρια που είχε ξεκινήσει η ομάδα του Γαλάτουλα. «… δεν ξέρω πως θα βρω ένα τρόπο να σταματήσουν όλα αυτά… μια ζωή τρωγόμαστε. Σκοτωνόμαστε. Φαγωνόμαστε. Πρέπει να σταματήσει αυτό το κακό… να βρεθεί ένας τρόπος να κλείσουν όλες αυτές οι πληγές… να πάμε μπροστά επιτέλους βρε αδελφέ…» μου είπε με αφορμή όσα είχα γράψει σε ένα άρθρο μου και ασκούσα σκληρή κριτική και στον Δημητρίου για τα όσα συνέβαιναν εκείνη την περίοδο. Σκληρή κριτική…» καθίσαμε αρκετή ώρα και τότε του ανέλυσα μια ιδέα που είχα και με βασάνιζε από καιρό. Από το απόγευμα καταλήξαμε στο NeptuneDinerνα μιλάμε μέχρι την άλλη ημέρα χαράματα το πρωί. «καλή ιδέα. Θα το κάνουμε ο κόσμος να χαλάσει» Και ο κόσμος πράγματι χάλασε όπως το είχε πει γιατί ήξερε…
{youtube}3lpO75P_Ess{/youtube}
Εκείνη την περίοδο – ήταν η περίοδος της διοργάνωσης του συνεδρίου 2007 και 2008 – δουλέψαμε αρκετά μαζί με ένταση και πάθος για το συγκεκριμένο θέμα. Οι αντιξοότητες και ο πόλεμος που εν τω μεταξύ ξεκίνησε λες και πήγαμε να κάνουμε κανένα κακό. Κάθε ημέρα στα τηλέφωνα. Στο σπίτι μου μαζί με τον Γιάννη Γκόρο πιστό και αδελφικό του φίλο γίνονταν όλες οι συναντήσεις προετοιμασίας. Δουλεύαμε σκληρά. Ώρες ατέλειωτες. Τηλέφωνα. Συναντήσεις. Έρευνα. Κείμενα. Προετοιμασία σκληρή. Του είχα ζητήσει να κατέβει Ελλάδα και το έκανε προκειμένου να συναντήσει ένα σωρό ανθρώπους. Ακαδημαϊκούς. Επιστήμονες που συμμετείχαν στην επιστημονική ομάδα. Πολιτικούς. Θρησκευτικούς και εκκλησιαστικούς παράγοντες. «με έχεις κάνει μπαλάκι αλλά χαλάλι σου» έλεγε κάθε βράδυ που τηλεφωνιόμαστε για αλληλοενημέρωση ως προς τα της προετοιμασίας. Έπρεπε όταν θα παρουσίαζε την πρόταση στο ΔΣ της Ομοσπονδίας να είναι όλα έτοιμα. Έτσι ήθελε. Έτσι και έγινε παρά τις ενστάσεις μου. από την αρχή έβλεπα δυσλειτουργίες και του είχα ζητήσει επίσημα τον Φεβρουάριο του 2007 να μη γίνει το συνέδριο έτσι και αλλιώς την δομή του τα πρόσωπα και τις θεματικές τις είχαμε προετοιμάσει με φίλους όπως ο πανεπιστημιακός Γιώργος Κοντογιώργης κ.α. από το 2005 να γίνει στην Ελλάδα. Επέμενε. «…θα το κάνει η ομοσπονδία! Πρέπει αυτός ο οργανισμός να κάνει και κάτι δημιουργικό. Παραγωγικό. Να ξεφύγουμε από τις ίντριγκες. Τις δολοπλοκίες. Ένα χρόνο σπαταλάμε να σκοτωνόμαστε και τον άλλο ετοιμάζουμε τους συνδυασμούς για τις εκλογές. Αμάν δεν πάει άλλο. Θέλω να κάνουμε και κάτι δημιουργικό. Μια φορά πήγαμε να κάνουμε κάτι το 2000 με την συναυλία στο μέγαρο μουσικής και πάλι ξεσήκωσαν τον κόσμο. Δεν θα τους γίνει. Το συνέδριο θα το κάνει η ομοσπονδία. Τέρμα. Έχεις το λόγο της τιμής μου. θα το κάνουμε. Άδικα ανησυχείς. Στο τέλος θα δουν ότι είναι για καλό σκοπό και θα έρθουν μαζί.» έλεγε διαρκώς και έτσι με έπεισε να προχωρήσουμε. Μου γνώρισε τον Χαράλαμπο Βασιλειάδη. Και αρκετούς άλλους. Τον Δήμο Σιώκη. Τον Δημήτρη Καλαμαρά. 10ας άτομα. Δεν είχα άλλη επιλογή παρόλο που έβλεπα τι ετοιμάζεται. Δεν ήθελα να τον στεναχωρήσω. Ήμουν εντελώς αντίθετος με όσα έβλεπα να γίνονται και μέσα στην Ομοσπονδία αλλά και έξω με το σινάφι μου. Α. Ζουπανιώτη, Θ.Τσίτσα δ.Φίλιο, Α. Κρικέλη κτλ. Είχαν προηγηθεί συναντήσεις ξεχωριστά με όλους ο μόνος που μας ενεθάρρυνε ήταν ο Δημήτρης Ρομποτής. Όλοι ζητούσαν χρήματα με τον τρόπο τους… Καταχωρίσεις κτλ. Ο γνωστός τρόπος να πάρει κάποιος χρήματα. Ο Σερέτης ζητούσε ως αντάλλαγμα όρο και προϋπόθεση, επειδή νωρίτερα στην Χιακή Ομοσπονδία ένα βράδυ είχε ένα άγριο Τσαμπουκά με τον Γιάννη Γκόρο, να βγει έξω ο Γιάννης Γκόρος. Ο J. ούτε να τα ακούσει. Δεν μίλησα. «αστειεύεσαι. Αν ο κάθε ένας βάζει τους όρους από τώρα δεν θα γίνει ποτέ. Ας τον προχωράμε κανονικά.» είπε μετά την συνάντηση με τον Σάκη Σερέτη στα γραφεία της Ομοσπονδίας. Ήταν αποφασισμένος. Τα ίδια ζητούσε και ο Καστανάς μετά την συνάντηση μας. Αυτός τα είχε τότε, γιατί μετά έγιναν κολλητοί με τον Διαμαντίδη. Μόλις όμως συμφώνησε να πάρει καταχωρήσεις, χρήμα δηλαδή συμφώνησε. Όλες οι συζητήσεις και οι συναντήσεις ήταν ηχογραφημένες. Κάποια στιγμή του το αποκάλυψα. Θύμωσε. «Δεν με ρώτησες;» αργότερα μήνες μετά όταν τα πράγματα αγρίεψαν, μετά από μια θυελλώδη συνεδρίαση στο ΔΣ της Ομοσπονδίας ήρθε και μου είπε μετά από μια συνεδρίαση που άλλα έλεγαν μέσα αρκετοί και άλλα έκαναν έξω με εκείνους που διαφωνούσαν για την οργάνωση του συνεδρίου. «είχες δίκιο. Καλά έκανες. Αυτοί δεν βάζουν μυαλό. Κράτα τα για την ιστορία και κάποια στιγμή βγάλε τα όλα στην φόρα να μάθει ο κόσμος την βρομιά και την ανηθικότητα.»
Έτσι ήρθαμε πολύ κοντά. Θα έλεγα με στήριζε. « Να γίνεις σφουγγάρι… να απορροφάς χωρίς να απαντάς… αυτό θέλουν να σε ρίχνουν σε παγίδες… κράτα την ψυχραιμία σου… δείξε νηφάλιος και συνετός… μην απαντάς» μου έλεγε κάθε φορά που δεχόμουν τις γνωστές επιθέσεις από την γνωστή ομάδα…. Πολλές φορές που δήθεν τον αμφισβητούσα, για κάτι είχα εν τω μεταξύ βρει το κουμπί να αντλώ όλο και περισσότερο όγκο αρχείων, εκείνος έτρεχε στο υπόγειο του σπιτιού του και μετά από ώρα ή μέρες έπαιρνε τηλέφωνο. « τάξε μου… έλα να δεις… στο βρήκα…» και έτσι έφτασαν στα χέρια μου 100αδες αρχεία και έγγραφα για πολλά θέματα που ερευνώ. Ήταν δεινός ερευνητής όταν ήθελε. Δεν του ξέφευγε άμα δεν ήθελε τίποτα. Με βοηθούσε συστηματικά σε ότι και αν του ζητούσα. Ώρες ατέλειωτες, στο σπίτι μου να ψάχνουμε και από τους ελάχιστους που είχα εμπιστοσύνη… είχαμε δεθεί. Ξαφνικά όταν αισθάνονταν ότι τα πράγματα ήταν δύσκολα ή δεν είχαμε πληρωθεί από την Αθήνα περνούσε και άφηνε καφέ και διάφορα άλλα (κρουασάν κλτ) για πρωινό. Πάντα θα με έπαιρνε να πάμε βόλτες και να μου λέει ώρες ατέλειωτες για τις μεγάλες στιγμές του ελληνισμού και της Ομοσπονδίας. Για τα μεγάλα συλλαλητήρια και τους αγώνες του Ελληνισμού.
Στο πρόσωπο του Δημήτρη Δημητρίου βρήκα τον αληθινό φίλο. Τον άνθρωπο. Τον κανονικό άνθρωπο! Εκείνον που δεν βάζει τις διαπροσωπικές σχέσεις σε φίλτρα συμφερόντων «τι δίνω τι παίρνω». Με όλα τα ελαττώματα και τα προτερήματα. Και ο Δημήτρης είχε πολλά προτερήματα. Ήξερε να ακούει. Να συζητά. Να αφουγκράζεται. Να συμπάσχει. Να μετέχει. Μου έλεγε πάντα στις αρχές όταν πρωτογνωριστήκαμε «είσαι νέος εδώ στην κοινότητα… μη τρέχεις… δεν σε θέλουν γιατί δεν μας μοιάζεις… μη βιάζεσαι. Με τον καιρό θα σε αποδεχτούν. Μη τα βάζεις με όλους. Μην ανοίγεις πολλά μέτωπα. Είναι περισσότεροι. Θα σε φάνε. Μην ορμάς στην φωτιά απροστάτευτος. Θα καείς. Θα βγεις χαμένος. Περίμενε. Η υπομονή είναι σπουδαίο πράγμα. Έχεις επιμονή αλλά δεν αρκεί. Χρειάζεται και υπομονή. Έδωσε μάχες για μένα στο ΔΣ της Ομοσπονδίας και του οφείλω. Ξέρω αν και δεν μου το πούλαγε ότι με υπεράσπιζε συνεχώς. Διαρκώς. Κάποτε ένα πρωί εκεί που συζητάγαμε στο σπίτι μου λέει «…έχεις για όλα αυτά που γράφεις στοιχεία;» ανοίγω μια ντουλάπα και του βγάζω μια κούτα. Άρχισε να κοιτά. Να διαβάζει. Να ανοίγει φακέλους. Μείναμε ώρες. Αργότερα ήρθε και τον πήρε ο Γιάννης Γκόρος γιατί το αυτοκίνητο του το είχε αφήσει στην Ομοσπονδία και είχαμε περπατήσει. Από εκείνη την ημέρα ο Δημητρίου σταμάτησε να είναι καχύποπτος. Κολλήσαμε. Το ίδιο εκείνο βράδυ με πήρε τηλέφωνο και πήγαμε να φάμε στο Neptune. Ήταν οι εκλογές της Ομοσπονδίας του 2010. Με κοιτάει. Και μου λέει. « τι κάνεις εδώ; Μέσα στα σκατά; Γιατί παλεύεις και δεν ασχολείσαι με κάτι άλλο; Αν βγάλεις μερικά μόνο από όσα είδα δεν θα ζήσεις. Μη παίζεις με την ζωή σου. Έχεις δυο παιδιά. Σκέψου καλά τι κάνεις. Και καλά εδώ είναι του χεριού σου τα άλλα όμως για…» μείναμε μέχρι τα πρωί που ήρθε ο Γιώργος Κατσίχτης και μας βρήκε να μιλάμε. Με πήρε με πήγε όπως πάντα στο σπίτι και μου είπε όσα είχα ανάγκη να ακούσω τόσα χρόνια στην ΝΥ και ουδείς ούτε εκείνοι που νομίζουν ότι είναι φίλοι μου έχουν πει… με χαιρέτισε και έφυγε. Καμιά φορά επειδή υπήρξε μάρτυρας κάποιων περιστατικών σοβαρών με το που έβγαινα να φύγω κάθοταν να με δει να μπαίνω στο σπίτι ή άλλες φορές αν με άφηνε πιο μακριά από το σπίτι έπαιρνε τηλέφωνο να δει αν είμαι καλά. Αυτός ήταν ο Δημήτρης Δημητρίου. Ένας μεγάλος απλός σεμνός λιτός και ταπεινός άνθρωπος. Ένας κανονικός Άνθρωπος. Ένας αληθινός φίλος. Συνοδοιπόρος. Συναγωνιστής.
Συχνά μου έκανε κριτική στα κείμενα και τα άρθρα μου. Με έφερε κοντά σε ανθρώπους που δεν θα μπορούσα ποτέ να τους προσεγγίσω γιατί δεν τους πήγαινα. Εκείνος ήταν η αιτία που έκανα πολλές επιτυχίες στα μικρά δημοσιογραφικά ενδογενή και εσωστρεφή της Ομοσπονδίας. Πολλές φορές όταν τα πράγματα αγρίεψαν μετά το συνέδριο του έλεγα « Jνα μη μας βλέπουν μαζί σε έχουν βάλει στο στόχαστρο εξ αιτίας μου…» και μου απαντούσε «…και εγώ τι είμαι; Δεν έχω αντίληψη; άστους να λένε. Όσο τους αγνοείς τόσο σκυλιάζουν. Μην δίνεις σημασία. Μην απαντάς. Μόνο μάζευε στοιχεία και επέλεγε την ώρα που θα τα εμφανίσεις. Μη καίς τους άσσους σου Αλέξανδρε… περίμενε και χτύπα την κατάλληλη στιγμή…»
Ένα πρωί, τον Μάϊο του 2007, όταν άρχισε η ένταση εναντίον της διοργάνωσης του συνεδρίου, ήρθε πρωί στο σπίτι μου θεόρατος καθώς ήταν με ένα καφέ στο χέρι ήταν 09 το πρωί. «πρέπει να τα βρεις με τον Ζουπανιώτη… σε παρακαλώ… δεν γίνεται διαφορετικά…» μαζί του ήταν και ο Γιάννης Γκόρος. Έφαγε δυο ημέρες να με πείσει. Εν τέλει εκείνο το πρωί που έγινε η περιβόητη συνάντηση με τον Ζουπανιώτη και τον J. είχε έρθει και με πήρε με το ζόρι. «…σε παρακαλώ …κάνε το για μένα… αλλιώς δεν μπορούμε… έλα να τον ακούσεις… μη κάνεις εχθρούς… μπορεί να τα βρείτε… έλα για να μου αποδείξεις ότι έχεις δίκιο…» ήταν η φράση κλειδί που με έπεισε ποντάροντας στο πιο ευαίσθητο σημείο μου… είχαν προηγηθεί ώρες συζητήσεων και άρνησης μου για αυτή την συνάντηση.
Μετά από καιρό και όταν τα πράγματα είχαν εκτραχυνθεί σε άλλη φάση και με άλλα ζητήματα μου είπε « είχες δίκιο αλλά η συνάντηση αυτή έπρεπε να γίνει…»
Θα μπορούσα να διηγηθώ 10αδες περιστατικά που μας έφεραν πολύ κοντά. Έφτασε διάστημα που σχεδόν όλη ημέρα ήμασταν μαζί. Την ημέρα που ο Γαλάτουλας εκείνο το καλοκαίρι μετά τις εκλογές του 2010 του έστησε το δήθεν επεισόδιο στο Λευκό Πύργο το απόγευμα ήρθε και με βρήκε. Μου είπε με λεπτομέρεια τι είχε συμβεί. «τι κάνω τώρα;» μου είπε. Μείναμε ως αργά. Ηρέμησε και έφυγε για το σπίτι του. Ένα σωρό περιπέτειες. Που μας έφεραν κοντά. Μας ένωσαν. Από πού να αρχίσω και τι να πρωτοθυμηθώ;
Η σκέψη για την διοργάνωση ενός συνεδρίου που θα είχε δομικά καθοριστικό χαρακτήρα για το μέλλον της ομογένειας και του ελληνισμού στην Αμερική μας έδεσε. Ήρθαν και έκατσαν που λένε τα χνώτα μας. Έγινε χημεία. Από τότε παρόλο που μεσολάβησε μια περίοδος έντασης μετά την απόφαση και εισήγηση του για αναβολή του συνεδρίου λόγω της τεταμένης κατάστασης που τεχνητά είχε δημιουργηθεί, από τους γνωστούς κύκλους(Ζουπανιώτη Σερέτη Τσίτσα αφενός και Σπυρόπουλο, Διαμαντίδη Ράλλη, Βεληβασάκη αφετέρου) μετά δεθήκαμε πιο στενά. Κάθε ημέρα μαζί. Τηλεφωνιόμαστε συνέχεια. Τρώγαμε μαζί είτε μόνοι μας είτε με την κυρία Αθηνά.
Την πρώτη ημέρα του προσυνεδριακού διαλόγου εκείνο το Σάββατο ήταν η δεύτερη φορά που τον έβλεπα να δακρύζει μιλώντας για την κοινότητα. Την ομογένεια και την Ελλάδα. Σε επόμενες αναρτήσεις μας θα αναρτήσουμε εκείνη την ομιλία του και όσα είχε πει.
Για την ακρίβεια πολλές φορές τον «ενοχλούσα» “…Jσε παρακαλώ θέλω να με βοηθήσεις σε αυτό δεν το ξέρω…» έρχονταν και καθόμασταν με τις ώρες στο αυτοκίνητο ή άλλοτε πηγαίναμε σε ένα restaurant στους 94 δρόμους νομίζω μπακανιάρ το λένε και εκεί με τις ώρες μου διηγούνταν ιστορίες για την ομοσπονδία του παλιού καλού καιρού «…προ Γαλάτουλα» όπως χαρακτηριστικά μου έλεγε χαμογελώντας. Μου έλεγε για την ελληνική κοινότητα. Για τον ελληνικό φοιτητικό σύλλογο. Για τα μεγάλα συλλαλητήρια του ελληνισμού. Για τις πορείες και τους αγώνες σχετικά με το Κυπριακό και το Σκοπιανό. Μου γνώριζε ανθρώπους για τις ανάγκες των σημειώσεων που κρατώ εδώ και χρόνια για τον Ελληνισμό της Αμερικής. « έχεις χρόνο έχω κάτι καλό. Θα έρθεις. Έρχομαι να σε πάρω…» και χανόμασταν μέχρι να τον πάρει η κυρία Αθηνά και με διακριτικότητα να διαμαρτυρηθεί… Άλλες φορές πηγαίναμε όλοι μαζί και με την κυρία Αθηνά. Άμα λείπαμε ώρες και η συζήτηση είχε ανάψει. Έλεγε «…λείπεις ώρες εκείνο το κορίτσι μόνο του στο σπίτι είναι θα φωνάζει κάτι ξέρω που σου λέω..» και χαμογέλαγε «πάμε να την πάρουμε να εδώ θα πάρουμε ένα γλυκό ένα καφέ και θα το κλείσουμε» και καταλήγαμε πάντα στο NeptuneDinnerή στο άλλο στους 94 δρόμους Μέχρι το πρωί.
Θα μπορούσα ώρες ατέλειωτες να γράφω για τις συναντήσεις μου όλα αυτά τα χρόνια με τον JJ. Ειδικά για το διάστημα από το 2005 μέχρι και πρόσφατα τις εκλογές του 2010 και του 2012.
Του χρωστώ και του οφείλω πολλά. Πέρα από καλός φίλος και συνοδοιπόρος συναγωνιστής θα έλεγα κανονικά ήταν Άνθρωπος. Κανονικός. Με αισθήματα. Με αγάπη. Με ειλικρίνια. Με πάθος ότι και αν έκανε. Συχνά το τελευταίο διάστημα, που βρίσκομαι στην Ελλάδα, με έπαιρνε τηλέφωνο και με ενημέρωνε για τα της Ομογένειας και της Ομοσπονδίας. Ένα βράδυ πριν τις εορτές των Χριστουγέννων με πήρε τηλέφωνο. Από την Αθήνα. Δεν τον κατάλαβα. «καλησπέρα σας…ο κ. Στεφανόπουλος;» «μάλιστα» απαντώ «γιατί δεν έχετε επιστρέψει στην ΝΥ ; οι φήμες και οι διαδόσεις λένε πολλά… που είστε πρέπει να σας παραδώσω κάτι σημαντικό…» ψάρωσα. «Συγνώμη με ποιον μιλώ; Πως ξέρω ποιος είστε και τι θέλετε;» Ακόμα δεν τον είχα καταλάβει άλλαζε την φωνή του ως που στο τέλος δεν κρατήθηκε όταν είδε ότι τα είχα πάρει κρανίο που λένε. « έλα βρε Αλέξανδρε ακόμα να με καταλάβεις μια ώρα βαστιέμαι να μη γελάσω και με καταλάβεις…» με το που γέλασε ήρθε η καρδιά μου και έκατσε στην θέση της. Την άλλη ημέρα βρεθήκαμε στην πλατεία συντάγματος. Jμου του είπα τι κάνεις μεγάλωσε πολύ το παιδί (για την κοιλιά του) τον πείραζα. «άστο να μεγαλώσει. Μια χαρά είμαι. Μην ασχολείσαι. Εσύ τι κάνεις; Εσύ αδυνάτησες τι έχεις; Γιατί σταμάτησες να γράφεις; Τι συμβαίνει; Πότε θα έρθεις ΝΥ να ανάψουν πάλι τα αίματα; Τέλειωνε πολύ κάθισες… τα ποντίκια χορεύουν… λείπεις και ακόμα πρόβλημα δημιουργείς… λύστο! έλα άντε παρακάθισες. Τεμπελιάζεις… οι «φίλοι» σου σε περιμένουν… να αρχίσουν πάλι… » είπε χαμογέλασε με έκοψε και άλλαξε την κουβέντα. Παρήγγειλε κάτι «..για κολατσιό» και συνεχίσαμε. Με τον Jπαρέα και συζήτηση δεν γινόταν αν δεν είχε και φαγητό.
Είπε κανά δυο ανέκδοτα ως συνήθως και συνεχίσαμε την καλή παρέα. Θα μιλούσαμε για την παρουσίαση του Βιβλίου του Κώστα Τριανταφυλάκη στην Νέα Υόρκη και στην Αθήνα που έγινε εκείνη την ίδια ημέρα το απόγευμα που βρεθήκαμε στο σύνταγμα. Τελικά καταλήξαμε να μιλάμε για την κατάσταση στην Ελλάδα. Ανησυχούσε πολύ. Έντονα. Στενοχωριόταν. Μου είχε πει σχετικά με την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. « αυτή η κυβέρνηση αν θέλει μπορεί να είναι η πιο σταθερή. Ο ένας κρατά τον άλλο στην εξουσία και έτσι ο Σαμαράς θα έχει την δυνατότητα να βρει τον χρόνο να κάνει κάποια πράγματα για την Ελλάδα μας.» είχαμε καθίσει ώρες αρκετές και μου ανέλυε πως έβλεπε εκείνος την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα αλλά και τι κατά την γνώμη του θα μπορούσε να γίνει. Την άλλη ημέρα θα έβλεπε τον Χρύσανθο Λαζαρίδη να του μεταφέρει όσα εκείνος νόμιζε για την κατάσταση στην Ελλάδα αλλά και για την Ομογένεια. Μιλήσαμε επίσης και για ένα ακόμα μεγάλο θέμα που τον απασχολούσε περισσότερο ως απωθημένο και συν το χρόνο θα αναδείξουμε και θα αποκαλύψουμε. Ένα μεγάλο ανεκπλήρωτο του όνειρο που ήθελε να ολοκληρωθεί. Τον έτρωγε χρόνια. Θα γίνει Δημήτρη μου στο υπόσχομαι. Θα γίνει. Και θα έχει και καλό αποτέλεσμα. Θα δεις και από εκεί που θα είσαι θα χαρείς.
Όσα και αν πω ή περιγράψω είναι πολύ λίγα για να περιγράψω το συναίσθημα όταν έμαθα για τον πρόωρο και άδικο χαμό του φίλου μου Δημήτρη Δημητρίου. Όσα περιστατικά και να διηγηθώ είναι λίγα. Τον γνώριζα καλά όπως είπα από το 2005 αλλά αισθάνομαι σαν να τον ξέρω από τότε που οργάνωνε ομιλίες και εκδηλώσεις στον Ελληνικό Φοιτητικό Σύλλογο την 10ετια του 1970 όταν πρωτοήρθε. Φοιτητής όντως και ο ίδιος. Συνεχώς για όλα αυτά μου μιλούσε τα χρόνια που επικοινωνούσαμε. Με μυούσε με ένα δικό του τρόπο στα της Ομογένειας και της Ελληνικής κοινότητας. Κάποτε μου είχε πει «μιλάς και γράφεις απόμακρα σαν να μην είσαι εσύ έλληνας. Σα να μην ζεις εδώ εσύ! Άλλαξε το! Είσαι και εσύ δικό μας κομμάτι τώρα. Έχεις πάρει το χρίσμα. Άπαξ και μπήκες στο χορό με τους καυγάδες. Τις φασαρίες. Τις αλληλοκαταγγελίες. Και τα άλλα όλα που κατακρίνεις και επικρίνεις είσαι και εσύ ένας από εμάς εσύ δεν το βλέπεις; Είσαι και εσύ κομμάτι του Ελληνισμού της Αμερικής. Σταμάτα λοιπόν να αντιμετωπίζεις τα πράγματα σα να είσαι από έξω. Μέσα είσαι εδώ και χρόνια και ή δεν το έχεις καταλάβει ακόμα ή δεν το αποδέχεσαι και κάνεις λάθος για αυτό δεν μπορείς να το χωνέψεις. Μέσα είσαι Αλέξανδρε. Ανήκεις και εσύ στην Κοινότητα.» και άλλα πολλά που κάποια στιγμή θα αναφέρουμε από τις ατέλειωτες ώρες συζητήσεων μας και μύησης μου στα άδυτα του Ελληνισμού της Αμερικής.
Του χρωστώ και του οφείλω πολλά. Δικαίως καταλαμβάνει αρκετό χώρο στο συγγραφικό μας έργο έρευνα, ίσως η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί ποτέ στην ελληνική βιβλιογραφία και που αυτό το διάστημα ετοιμάζουμε για την Ομογένεια και τον Ελληνισμό εδώ στην Αθήνα με μια σειρά πανεπιστημιακούς που εν τω μεταξύ συνεργαζόμαστε. Και ο Δημήτρης Δημητρίου αναγκαστικά είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες και συντελεστές αυτής της συλλογικής προσπάθειας για αυτό και ένας τόμος θα είναι αφιερωμένος σε εκείνον στην δράση και την αγάπη του όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και την Ομογένεια. Δημήτρη καλέ και πιστέ μου φίλε αντίο. Καλή αντάμωση εκεί που πας στην γειτονιά των αγγέλων μαζί με άλλους μεγάλους Έλληνες πατριώτες συναγωνιστές μάρτυρες και ήρωες της Ελλάδος θα πίνετε το καφεδάκι σας και εσύ σαν πρωτάρης στην παρέα, γιατί μετά θα τους πάρεις τον αέρα, αργότερα να παλιώσεις λίγο, θα αρχίσεις να λες να ανέκδοτα σου. Θα χαμογελάς και το γέλιο σου θα ακούγεται μέχρις εδώ κάτω σε εμάς τους ταλαίπωρους. Που θα απομείνουμε να τρωγόμαστε. Να φαγωνόμαστε. Να γκρινιάζουμε. Να βγάζουμε ο ένας το μάτι του άλλου και εσύ από εκεί θα μας κοιτάς. Να δώσεις χαιρετίσματα λοιπόν καλέ μου φίλε σε όλους τους αγνούς τίμιους Έλληνες που θα βρεις εκεί πάνω. Να δώσεις χαιρετισμούς. Να τους ασπαστείς. Και όσους βρεις απογοητευμένους για την ελληνική φυλή και το κατάντημα της να τους δώσεις θάρρος. Να τους πεις τα καλά της φυλής. Όπως πάντα έκανες. Και να τους πεις πως η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει! Οι Έλληνες μπορεί αλλά η Ελλάδα ποτέ! Καλοτάξιδος εκεί που πας… Καλό ταξίδι φίλε.
Δείτε την τελευταία ιστορικού χαρακτήρα με αποκαλύψεις συνέντευξη του Δημήτρη Δημητρίου