Μία σύντομη αποτίμηση της θαυμαστής προσφοράς του Πρέσβη Β. Κασκαρέλη.
«Δυστυχώς, το καθαρό κέρδος από τη σημαντική αναβάθμιση του ειδικού βάρους της Ελλάδας και την ουσιαστική, τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα, δραστηριότητα μέσα στη Συμμαχία ήταν εκπληκτικά δυσανάλογα κατώτερο από αυτό που προσπορίστηκε τελικά η ελληνική πλευρά, και θα μπορούσε να υπάρξει, ακόμη και με απλές κινήσεις τακτικής ή και σιωπηρής αποδοχής των προσφορών. Ο λόγος είναι πολύ απλός και γνωστός. Ονομάζεται εσωτερικές μικροκομματικές ισορροπίες, «πεζοδρόμιο», πολιτική ατολμία, πολιτικό κόστος και μεταφράζεται, σε πολλές περιπτώσεις, για ικανοποίηση των εσωτερικών σκοπιμοτήτων, με τον όρο «αδιαπραγμάτευτα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα». Είναι ο λόγος που η Ελλάδα, παρόλο που διαθέτει μια οργανωμένη και αποδοτική Εξωτερική Υπηρεσία, μια Υπηρεσία που, κατά γενική ομολογία, λειτουργεί σε κατά πολύ ανώτερο επίπεδο από το υπόλοιπο Δημόσιο και εφάμιλλα με άλλες ευρωπαϊκές, δεν έχει συγκροτημένη εξωτερική πολιτική, δεν επιλύει βάσει σχεδίου προβλήματα δεκαετιών που υπονομεύουν σε καθημερινή βάση τα ουσιαστικά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντά της και εμποδίζουν την ανάπτυξη πρωτοβουλιών. Εστιάζει απλώς όλες τις προσπάθειές της στον εκ των υστέρων περιορισμό των ζημιών που δημιουργεί και προκαλεί από μόνη της η κατάσταση αυτή. Παράλληλα, η Αθήνα περιορίζεται στην ανωτέρω τακτική και γιατί έχει πιστέψει ότι τα εθνικά της θέματα είναι τόσο σημαντικά που προσελκύουν από μόνα τους το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας και κατ’ επέκταση το ενδιαφέρον των συνομιλητών της. Τραγικό λάθος. Η διεθνής διπλωματία έχει αποδεδειγμένα άλλη άποψη και αυτό είναι εμφανές στις περισσότερες συναντήσεις στο ανώτατο επίπεδο. Πολύ απλά, αν δεν δώσεις, δεν παίρνεις.»
Το παραπάνω απόσπασμα ανήκει στο βιβλίο του Πρέσβη Βασίλειου Κασκαρέλη υπό τον τίτλο «Το ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου: Η τέλεια καταιγίδα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο αυτές τις ημέρες. Διαβάζοντας λίγο από την σύνοψη που έχει δοθεί στην δημοσιότητα για τις ανάγκες προώθησης και επικοινωνίας του βιβλίου, αρχίζω να αντιλαμβάνομαι γιατί ένας ακόμα εξαιρετικός διπλωμάτης που τίμησε και τον τίμησε το Ελληνικό ΥΠΕΞ και πρόσεφερε επί της ουσίας στην Ελλάδα, από τις θέσεις που υπηρέτησε, αποχώρησε από το ελληνικό διπλωματικό σώμα, κάνοντάς τον φτωχότερο, αλλά -θα ήθελα να ελπίζω- εξίσου αποτελεσματικό και δραστήριο. Όταν αποχώρησε από το διπλωματικό σώμα, σε πολύ λίγους φίλους του εξέφραζε την πικρία και την απογοήτευσή του για την πορεία της χώρας και τους πειραματισμούς στην εξωτερική πολιτική, αναλόγως της ασκούμενης κάθε φορά -και διαφορετική από τα χρόνια του Ελευθέριου Βενιζέλου και εντεύθεν- πολιτικής αναλόγως του κόμματος που ηγείται στη διακυβέρνηση της χώρας.
Η συνέχεια στο εν λόγω απόσπασμα εξίσου αποκαλυπτική των συναισθημάτων και πεποιθήσεων του σεμνού και λιτού Έλληνα διπλωμάτη την οποία θα σύστηνα να διαβάσετε από τον ίδιο τον συγγραφέα στο βιβλίο του το οποίο δεν πρέπει να λείψει τουλάχιστον από εκείνους που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται -και λόγω επαγγέλαματος με τα κοινά και δημόσια της χώρας δρώμενα – αλλά και από κάθε Έλληνα Πολίτη που είναι ευαισθητοποιημένος στα εθνικά και μείζονα ζητήματα της χώρας. Το βιβλίο τον εισάγει σε μια σειρά γεγονότα -άλλα γνωστά και άλλα όχι – αλλά κυρίως σε εκτιμήσεις και αναλύσεις ενός εκ των ικανοτέρων Ελλήνων διπλωματών και στο τέλος της ανάγνωσης του βιβλίου είναι βέβαιο πως θα έχει πάρει πολλές καίριες και υπεύθυνες απαντήσεις για την μη αποτελεσματικότητα της ελληνικής (άλλοτε υπαρκτής και δραστήριας και αλλοτε λιγότερο δραστήριας αναλόγως εντολών της κεντρικής πολιτικής διοίκησης) -δυστυχώς μη αποτελεσματικής – εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδος. Τουλάχιστον για τα χρόνια από το 1975 και εντεύθεν.
Το βιβλίο αυτό που εμπεριέχει του πλούτο της εμπειρίας ενός ικανότατου διπλωμάτη που προσέφερε στην Ελλάδα πολλά από τις θέσεις που υπηρέτησε, παρουσιάζεται στις 13 Μαρτίου στο Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος (Συγγρού 364) στις 19:00 και τα όσα θα ακουστούν εκεί από τον ίδιο αλλά και από αυτούς που παρουσιάζουν το βιβλίο αυτό
Σήμερα υπηρετεί στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος από τον Μάρτιο του 2013. Νωρίτερα η πορεία του στο ελληνικό διπλωματικό σώμα περίπου ήταν αυτή όπως σεμνά και χωρίς πομπώδεις εκφράσεις περιγράφεται σε ένα λιτό σημείωμα. Τον Μάρτιο του 2013 ανέλαβε ως Σύμβουλος του Διοικητικού Συμβουλίου και Μέλος της Εκτελεστικής Διοίκησης του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Ο Πρέσβης Βασίλης Κασκαρέλης υπήρξε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Υπηρεσίας από το 1974. Το Μάιο του 2009 ανέλαβε Πρέσβης της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον, μετά από 16 έτη συνεχούς υπηρεσίας στις Μόνιμες Αντιπροσωπείες της χώρας μας σε πολύ σημαντικούς Διεθνείς Οργανισμούς, αποκτώντας, έτσι, μία ευρύτερη γνώση και πολύτιμη εμπειρία του συνόλου των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων ζητημάτων, καθώς και των διατλαντικών σχέσεων.
Ο Πρέσβης κ. Κασκαρέλης έχει υπηρετήσει ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2004 – 2009), συμμετέχοντας ενεργά στη λήψη πολύ σημαντικών αποφάσεων για το μέλλον της Ένωσης (Συνθήκη της Λισσαβώνας, Δημοσιονομικές Προοπτικές, Διεύρυνση, σχέσεις με τη Ρωσία και την Τουρκία, Διατλαντικές Σχέσεις κ.α.). Ειδικότερα, διαπραγματεύτηκε από ελληνικής πλευράς την τελική φάση της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και την έναρξη της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας.
Νωρίτερα είχε διατελέσει Μόνιμος Αντιπρόσωπος της χώρας μας στο ΝΑΤΟ, σε μία περίοδο (2000 – 2004), κατά την οποία έλαβαν χώρα εξαιρετικά κρίσιμα γεγονότα, τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο (τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ), όσο και σε περιφερειακό (σταθεροποίηση των Δυτικών Βαλκανίων). Παράλληλα ήταν Διαπραγματευτής για την οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Την περίοδο 1994 – 2000 υπηρέτησε ως Αναπληρωτής Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ, έχοντας μία ευρύτερη επίβλεψη σημαντικών ζητημάτων σε μία εξαιρετικά σημαντική περίοδο για τον Οργανισμό. Οργάνωσε την υποψηφιότητα της Ελλάδας για την θέση του μη Μονίμου Μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας και υπήρξε Αν. Διαπραγματευτής στις συνομιλίες για την επίλυση της διαφοράς του ονόματος μεταξύ Ελλάδας και Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Επίσης, υπηρέτησε στις ελληνικές Πρεσβείες Άγκυρας και Λευκωσίας, καθώς και ως Γενικός Πρόξενος της χώρας μας στο Δυτικό Βερολίνο την περίοδο της πτώσης του Τείχους, παρακολουθώντας, εκ του σύνεγγυς, όλα τα δραματικά γεγονότα, που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ευρώπη.
Τέλος, έχει παρασημοφορηθεί με τον: Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικα της Ελληνικής Δημοκρατίας, Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Κέδρου του Λιβάνου Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα της Ελληνικής Δημοκρατίας, Ιππότη του Τάγματος της Τιμής της Γαλλικής Δημοκρατίας, Σταυρό Αξίας και Τιμής Πρώτης Τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ενώ το 2011, ο Πρέσβης κ. Κασκαρέλης ανακηρύχθηκε Διπλωμάτης της Χρονιάς, μεταξύ 183 αλλοδαπών Πρέσβεων, από το World Affairs Council σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Λος Άντζελες στις Η.Π.Α. Και η τελευταία του θητεία στο ελληνικό κράτος ήταν από την θέση του, ως Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών από τον Ιούλιο 2012 – τον Μάρτιο 2013.
Τον Βασίλη Κασκαρέλη τον γνωρίζω προσωπικά από τα χρόνια της θητείας του στην Ουάσιγκτον (2009-2012) πριν αναλάβει γενικός γραμματέας του ΥΠΕΞ στην κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά επί υπουργίας Δημήτρη Αβραμόπουλου. Και προσωπικά του οφείλω αρκετά για θέμα που ούτε δημοσιοποιείται -προς το παρόν τουλάχιστον ούτε φυσικά είναι της παρούσης. Κατά το διάστημα της θητείας του στην Ουάσιγκτον, Μάιος 2009 – Ιούνιος 2012 με τίμησε με την φιλία και την διακριτική συνεργασία του. Παρών σε κάθε τηλεφώνημά μου, ό,τι ώρα και αν ήταν, για πληροφορία και τις ανάγκες του ρεπορτάζ όπως το ίδιο έκανε προς όλους ανεξαιρέτως τους συναδέφλους δημοσιογράφους. Συνεργάσιμος, και χωρίς να ξεφεύγει του ρόλου που του έχει ανατεθεί,το τονίζω αυτό γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που άλλοι συνάδελφοι έχουν την τάση του παραγοντισμού. Υπήρετησε, μιλώ πάντα για την Ουάσιγκτον και την Νέα Υόρκη, με συνέπεια ήθος, συνέχεια ακόμα και όταν το κέντρο δεν συνεργάζονταν -και αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα ενός διπλωμάτη με συνέπεια και συνείδηση, όπως ο εν λόγω διπλωμάτης.
Στην Ουάσιγκτον στάθηκε όρθιος και προ πάντων Κύριος και άξιος της αποστολής που του ανέθεσε το Ελληνικό κράτος, και μάλιστα σε περιόδους που κατά την διάρκεια της θητείας του, ενήργησε πάντα υπέρ του συμφέροντος της Ελλάδος, παραθεωρώντας μικρότητες, παρά τις αστοχίες, τα ύπουλα και δόλια χτυπήματα κάτω από την μέση και παρασπονδίες ορισμένων -και συναδέλφων με ανυπόγραφα παραπολιτικά σε εφημερίδες της Αθήνας- αλλά και παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες θεσμικών παραγόντων ή πολύ περισότερο κάποιων μεμονωμένων (ευτυχώς και ατυχώς) τοπικών εφημερίδων, που εκ των υστέρων φυσικά επανόρθωσαν εμπράκτως για τα εσκεμμένα λάθη και τις αδικαιολόγητες παραλείψεις Εστω και αργά… Ας είναι, τώρα δεν είναι ώρα για κριτική αυτού του είδους. Ωστόσο, καταθέτοντας τη δική μου προσωπική εμπειρία, τολμώ να πω, πως η θητεία του εν λόγω διπλωμάτη – ένα ζωντανό ευχάριστο διάλειμμα – στη δυναμική που εδώ και 10ετίες αναπτύσσουν κέντρα και παράκεντρα στην Νέα Υόρκη, θεσμικά και εξωθεσμικά, υπήρξε υπόδειγμα για όλους αφήνοντας παρακαταθήκη και για τους επόμενους διπλωμάτες που τον διαδέχθηκαν.