Πληθώρα ερωτημάτων εγείρονται από τη Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κρήτης.
Αν και το (εορταστικό) κλίμα των ημερών, δεν «σηκώνει» κείμενα άρθρα και βαθυστόχαστες αναλύσεις -και μάλιστα σε δύσβατα μονοπάτια εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας- ωστόσο, είμαι υποχρεωμένος -από την συνείδηση μου, την Τάξη, και την δημοσιογραφική δεοντολογία – να επιμείνω στο ίδιο πνεύμα και κλίμα για όσα διαδραματίζονται (και έρχονται ταχύτητα ως εξελίξεις στους κόλπους της Ορθοδοξίας), να συνεχίσω δηλ. την ανάλυσή μου εκεί που σταμάτησα στο αμέσως προηγούμενο κείμενο μου. Εξ άλλου αυτές οι αναλύσεις (μου) δεν απευθύνονται μόνο στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, αλλά κυρίως σε εκείνους που αποφασίζουν και λαμβάνουν αποφάσεις εν προκειμένω στα του Οίκου της Παν Ορθοδοξίας.
Συνεχίζοντας λοιπόν εκεί που σταμάτησα, εις ό,τι αφορά τα Της Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης (Ιούνιος 2016) και τις πρόσφατες αποφάσεις της Ελλαδικής Εκκλησίας, εν συνόδω, τα ψηφισμένα και υιοθετήμενα αυτά κείμενα της ΜΣΚ, (εγκύκλιοι, μηνύματα και ψηφίσματα αλλά και επί μέρους κείμενα όπως π.χ. τα περί νηστείας, γάμου κτλ.- δύνανται να επέχουν ΚΑΙ θέση Ιερών Κανόνων, Όρων, ή και Προϋποθέσεων -αν και τα συγκεκριμένα κείμενα δεν ασχολούνται με ζητήματα Πίστεως, ούτε αποφαίνονται επί άλλων μεγάλων Θεολογικών, νομοκανονικών ή έστω ευρύτερων Κοινωνικών ζητημάτων αφενός, και αφετέρου στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει, ούτε υπήρξε ποτέ τέτοια «άκρατη δογματική» αντίληψη και πρακτική, και όποτε υπήρξε, καταδικάστηκε στην πράξη από τις επόμενες επί μέρους Συνόδους της Ορθόδοξης Εκκλησίας) άρα όλα αυτά τα κείμενα το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήδη τα έχει εισαγάγει στους επίσημους κώδικές του ως επίσημα κείμενα της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας.
Παρόλο που δεν έχουν «τεχνική σημασία» ως άλλοι Εκκλησιαστικοί Όροι ή προϋποθέσεις, όπως όλα όσα περιλαμβάνουν οι Ιεροί Κανόνες, το Πηδάλιο και άλλα ιερά κείμενα όλων των Οικουμενικών αλλά και των Μεγάλων Τοπικών (και Εθνικών) Συνόδων, εν τούτοις τα συγκεκριμένα κείμενα, που και προ της Συγκλήσεως και μετά την ολόκληρωση της, εύλογα ήγειραν θόρυβο στους κόλπους της παγκόσμιας Ορθοδοξίας, στοχεύουν στο να είναι απλώς κάποιες (Επίσημες έστω) -επί μέρους- θέσεις της Ορθοδοξίας για την περαιτέρω πορεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον 21ο αιώνα ή τους επόμενους αιώνες.
Εκτός αν ανατραπούν (ή τροποποιηθούν δραματικά) από μια επόμενη Σύνοδο… Τα δε ψηφισμένα, υιοθετημένα και υπογεγραμμένα κείμενα, και από τους αρχιερείς της Ελλαδικής Εκκλησίας μπορούν να ανατραπούν (μέρος ή στο σύνολο τους) μόνο από μια επόμενη αντίστοιχη μεγάλη και (αυτή την φορά οφείλει και πρέπει να είναι) Πανορθόδοξη Σύνοδο.
Ειδάλλως κάθε άλλη ενέργεια (όπως εν προκειμένω της Ελλαδικής Εκκλησίας) όχι μόνον αμφισβητεί, εμπράκτως, ευθέως και ξεκάθαρα το τελικό παραχθέν αποτέλεσμα, αλλά επί πλέον βάζει δυναμίτιδα στο κύρος και αυτή την υπόσταση, όχι μόνο αυτής καθ’ αυτής της Μεγάλης των Δέκα Εκκλησιών της Ορθοδοξίας Συνόδου, αλλά δυναμιτίζει παράλληλα αυτή την ενότητα και ομοψυχία της Πανορθοδόξου Ενότητας. Αυτή είναι η σκληρή αλήθεια όσο και αν ενοχλεί όταν, ασχέτως αν και προσωπικά μπορεί να συμφωνούμε με τις αποφάσεις της Ελλαδικής Εκκλησίας και τις συγκεκριμένες επιλογές του Μακαριοτάτου κ. Ιερωνύμου, καθώς αποτελούν -οι αποφάσεις αυτές της Ελλ. Εκκλ. και ορθόδοξη πρακτική αλλά και νομοκανονικώς είναι προς την ορθή κατεύθυνση-, εν τούτοις δεν παύουν να θέτουν μείζον ζήτημα εντός της Ορθοδοξίας. Τελεία και παύλα.
Ή δέχεσαι -όσα μάλιστα και ΕΣΥ -εν προκειμένω η Ελλ. Εκκλησία- ως Αυτοκέφαλη συμμετέχουσα στη Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης, Εκκλησία, έχεις και ψηφίσει και υπογράψει, και άρα τα υιοθετείς και τα εντάσσεις πλήρως στην Ποιμαντική ζωή και δράση της Εκκλησίας (σου), όπως ορθώς και λεπτομερώς αναφέρεται στις (λοιπές 1, 2, 3, 4, 5, 6, και 7) προτάσεις του Μητροπολίτη Σερών κ. Θεολόγου ή (εμμέσως) τα «απορρίπτεις», διακριτικά και πλαγίως, αλλά τα απορρίπτεις(!), για αυτό και τα επανάθέτεις προς κρίση στις αντίστοιχες Συνοδικές Επιτροπές.
Η εν λόγω ενέργεια, αν – και ευχόμεθα, όχι, αλλά αν -ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου στους κόλπους της Παγκόσμιας Ορθοδοξίας εγείρουν και άλλα ζητήματα. Ζητήματα που και της ουσίας των κειμένων άπτονται, ειδικώς στο κείμενο που αφορά τις σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τον υπόλοιπο Χριστιανικό Κόσμο, αλλά, για επί μέρους άλλα κείμενα που συν αποφασίστηκαν, αλλά εγείρουν και νομοκανονικής φύσεως ζητημάτα, και ως προς την διαδικασία που και η Ελλαδική Εκκλησία ακολούθησε προ και μετά της Μεγάλης Συνόδου, αλλά και οι λοιπές άλλες Εκκλησίες. Καλύτερα να μην τα θίξουμε ούτε επιγραμματικά καν… όλα αυτά. Ας μείνουμε εδώ.
Με δυο λόγια. Η απόφαση της Ελλαδικής Εκκλησίας του Νοεμβρίου, δίνει πάτημα αφενός, στις 4 Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και Πατριαρχεία που δεν μετείχαν, ήτοι των Εκκλησιών της Μόσχας της Αντιόχειας, της Γεωργίας, της Βουλγαρίας (αλλά και της Σερβίας που αν και εν τέλει μετείχε εν τούτοις έλαβε αποστάσεις από σημαντικά κείμενα που υιοθετήθηκαν), όχι μόνο να αμφισβητούν τις αποφάσεις και τα κείμενα της Μεγάλη Συνόδου, που έτσι και αλλιώς δεν τα έχουν αποδεχθεί, αλλά πλέον με την σφραγίδα και με τις ενέργειες της Ελλαδικής Εκκλησίας -της 5ης κατά σειρά ευάριθμης και πολύ καλά οργανωμένης Ορθόδοξης Εκκλησίας ανά τον κόσμο, και μάλιστα Εκκλησίας που λογίζεται ως εκ των ηγέτιδων Εκκλησιών- να προχωρήσουν σε ένα επόμενο βήμα!Ποιο θα είναι αυτό;
Τα δε εύλογα ερωτήματα που πλανώνται είναι, σε μια τέτοια περίπτωση διόλου απίθανη, φυσικά αν και κατά πόσο σε μια τέτοια σύνοδο θα μετέχει η Πρωτόθρονη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης; Και αν θα προεδρεύει Αυτής της Μεγάλης Πανορθόδοξης Συνόδου ο (νυν ή ο διάδοχος του) Οικουμενικός Πατριάρχης;
Με μια σειρά άλλων επίσης εύλογων και καυτών ερωτηματικών να αναφύονται, πάντα με αφορμή την τελευταία εν συνόδω της ολομέλειας της Ιεραρχίας της Ελληνικής Εκκλησίας του Νοεμβρίου (2016), είτε εκκλησιολογικά είτε πρακτικά είτε ακόμα και νομοκανονικής φύσεως.
*Δημοσιεύθηκε στη Huffington Post στις 16.12.2016.